Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2017

Το παιδί μέσα μας. Συνήθως διαβάζει. Σπάνια παίζει κρυφτό, μήλα, καμμιά φορά τρέχει. Όπως τότε, στο Άλσος. Τόσο τρέξιμο τότε που έλεγες πως σου κοβόντανε τα ήπατα. Ωραία αίσθηση. Τά'  δινες όλα. Το παιδί αυτό, αν το καλοσκεφτείς, αρνείται τις λογικές και τα κουτιά που το κλείσανε. Ουουου χρόνια και χρόνια. Το παιδάκι θέλει τζάκι, θέλει ποίηση, παραμύθι, τραγουδάκι και βέβαια ύπνο. Ύπνο και φαγάκι εννοείται. Αλλά δυστυχώς έμεινε σ' αυτά. Και ξέχασε τα κραγιόνια και τα χρώματα και τις μουσικές και τις ελιές και τη θάλασσα και την κηρήθρα, την άμμο. Και την ποίησή του. Καιρός να ξυπνήσει και να αναρωτηθεί.
Μάγερ συνέχεια. Ο Ιωάννης-Ιάκωβος είναι ένας ρομαντικός. Ή μάλλον ξεκινά σαν ρομαντικός, ταιριάζοντας την εκρηκτική ιδιοσυγκρασία του με την δι-έξοδο που του έδινε το φιλελληνικό, φιλεπαναστατικό ρεύμα της εποχής. Λέω ξεκινά ρομαντικός, γιατί το ζύμωμά του με τον πόνο, τον θάνατο, την υπέρβαση τον ελευθερώνουν κι απ' αυτό το κατάλοιπο. Ο Μάγερ είναι ένας τραγικός άνθρωπος με την αρχαιοελληνική έννοια, ένας άνθρωπος που ζητά την υπέρβαση της ανάγκης, το πέταγμα στην ελευθερία. Στην Ελλάδα, στο Μεσολόγγι μαθαίνει το τίμημα και το πληρώνει ακέραια. ΤΟ πληρώνει με την ίδια του την ζωή, την ζωή της γυναίκας και των παιδιών του. Το πληρώνει με μια εθελούσια, παράλογη καταβύθιση στον πόνο, στην πείνα, στην ωμότητα, στην Χάρη, στον θάνατο. Τί κότσια είχε αυτός ο άνθρωπος. Και κυρίως στο τέλος, σαν του ξανάγινε η πρόταση να φύγει σαν ξένος υπήκοος. Πώς δεν είπε, εντάξει παιδιά, το έζησα το τριπάκι, καλός ο ηρωισμός, αλλά ως εδώ. Όχι να πάμε και χαμένοι. Είχε αποφασίσει τον θάνατο. Ζούσε με τον θάνατο, τον αγροικούσε στις ντουφεκιές στην μπαρούτη στον ρόγχο των μελλοθάνατων στη μυρωδιά της λιμνοθάλασσας. Ο Μάγερ είναι κάτι παραπάνω από Έλληνας, από Μεσολογγίτης. 

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Λειτουργικό ήθος



Αρχή Σαρακοστής Χριστουγέννων. Ας εισοδεύσουμε στα βάθη της καρδιάς μας πριν τα Ιερά Εισόδια, ας εκκαθάρουμε την παλαιά ζύμη που διαρκώς ορθώνει το κεφάλι. Ας ντύσουμε, ας σκεπάσουμε με την κουβέρτα που σαπίζει στα υπάρχοντά μας τον Χριστό που κρυώνει, τουρτουρίζει πρωί, τυλιγμένος στο δοσμένο μπουφάν. Μόνος. Μόνο το έλεος σώζει. Ας είναι αυτό η Σαρακοστή.
Το πρόσωπο Μάγερ. Ένας μποέμ, ένας αποτυχημένος αστός. Στη νεανική του τρέλλα επάνω. Εκεί που συνωμοτούν τα δεδομένα της εποχής, ο άνεμος που φυσά-όχι για όλους. Κάποιοι τον οσφραίνονται, τον αναπνέουν, τους φουσκώνει τα όνειρα και κάνουν πανιά. Κάποιοι παγιδεύονται στα αγαθά τους, κάποιοι ρητορεύουν, που λέει ο παλιός μας φίλος ο Σεφέρης. Η προσωπογραφία του Μάγερ, όπως την εκφράζω, με τον τρόπο που έχει καταγραφεί μέσα μου, γεννά την σκέψη της δικής μου-δικιάς μας ανοδίας την δεκαετία του '80, αλλά και τώρα, πιο πνιχτά, λιγότερο εμφανώς. Με την ίδια ανοδία, ως εγκλωβισμό, ως απουσία δι-εξόδου νιώθω πως χρεώνουμε τώρα τα παιδιά μας. Είναι κοινό βίωμα αυτό. Ίσως για μας δεν συνωμότησαν οι εποχές ή δεν αφουγκραστήκαμε εμείς τους ανέμους τους. Όλα όμως μπορεί ν' αλλάξουν όσο ζούμε. Ελπίζω. Ο Μάγερ πάντως τόλμησε και κατόρθωσε την δική του Έξοδο. Με πολλούς τρόπους και έννοιες νοούμενη. Με κορύφωση την προσωπική και ιστορική έξοδο της Κυρικής των Βαίων 1826. Τότε που πρόσωπο και Ιστορία έγιναν ένα, στην πιο ακραία έκφανση, επαληθεύοντας κάθε παρακαταθήκη τους.